Μήπως τον Θες τον Φασίστα σου και δεν το ξέρεις;;;

2019-09-18

Μπροστά στον φασισμό και στους αντιπροσώπους του κολλάω, παγώνει το μυαλό μου και ο θυμός μου είναι κάτι που ξεκινά να με ελέγχει. Θα προσπαθήσω, όμως, να το αντιμετωπίσω με χιούμορ για ακόμη μια φορά, διότι αν χάσω και το χιούμορ μου, είμαι να κινάω για τον Θερμαϊκό και χορεύοντας (όχι τον χορό του Ζαλόγκου, εμένα μου αρέσει το τσιφτετέλι), να πέφτω μέσα. 

Στην αγαπημένη γειτονιά της Σαλονίκης, λίγο πολύ όλοι γνωριζόμαστε μεταξύ μας. Κυκλοφορώ εγώ κουνιστή και λυγιστή, κυκλοφορεί και αγόρι αψηλό (2,07 παρακαλώ), με ανοιχτές (μα τι επιεικής που είμαι) σωματικές διαστάσεις και άγριο ύφος. Η γνωστή σε όλους μας ντουλάπα.

Τον έβλεπα, με έβλεπε, καλούλης μου φαινόταν. Από μακριά όμως κι εκεί έπρεπε να μείνω. Αλλά που να ξέρω; Μια ωραία μέρα, δεν μπόρεσε να αντισταθεί στην ομορφάδα μου και με πλησίασε. Οφείλω να ομολογήσω ότι με πλησίασε με τον παλιομοδίτικο τρόπο και αυτός ήταν ο μοναδικός λόγος που του έδωσα μια ευκαιρία.

Λέμε και ξαναλέμε ότι πλέον οι άντρες δεν τολμούν και καυλαντίζουν μόνο μέσω fb, ενώ αυτός με σταμάτησε στον δρόμο, μου ζήτησε να βγούμε και το τηλέφωνό μου. Ωραία πράγματα. Όπως γινόταν στα χρόνια μου. Από τη μια η νοσταλγία που με έπιασε, από την άλλη το ότι προσπαθούσα να συνέλθω από έναν άαααλον που με ταλαιπωρούσε (θα γράψω άλλη στιγμή για αυτόν), δέχτηκα.

Πήγα στο πρώτο ραντεβού σχεδόν βαριεστημένα. Η κολλητή μου με έβριζε στο τηλέφωνο να μην βαριέμαι. Ήθελε να ξεκολλήσω από τον άλλον. Που να 'ξερε η δόλια τι μας περίμενε στο άμεσο μέλλον; Η συνάντηση ήταν για καφέ. Με τρόμαζε ο τρόπος που με κοιτούσε και η παρουσία του γενικότερα. Με κοιτούσε με ύφος του ανθρώπου που είναι πεινασμένος για καιρό και του βάζουν μπροστά του ένα πιάτο σουτζουκάκια (και όχι όποια όποια σουτζουκάκια αλλά της μακαρίτισσας της πεθεράς μου).

Μετά από λίγο καιρό μου ζήτησε να πάμε για τσίπουρο. Άντρας που θέλει να με ρίξει και με ξέρει, θα με χτυπήσει στο τσίπουρο. Είναι η αχίλλειος πτέρνα μου. Δεν θα πω εύκολα όχι. Δεν ήθελα όμως να είμαι μόνη μαζί του (ξέρεις από αυτά που τα αισθάνεσαι λάθος και συνήθως είναι) και γι αυτό κάλεσα την φίλη μου την Φωφώ με τον σύντροφό της τον Μανώλη.

Αφού καθίσαμε σε γνωστό τσιπουράδικο της τούμπας, τίποτα δεν προμήνυε αυτό που θα συμβεί. Ήρθε όμως η κακιά η ώρα (ή η καλή) και αναφέρθηκε στο τραπέζι η λέξη ρατσιστής. Από εκείνη την στιγμή και μετά ο επίδοξος εραστής (τρομάρα του) άρχισε να μας ξεδιπλώνει ευθαρσώς τα φασιστικά του φρονήματα, έχοντας μάλιστα την απαίτηση να τα ενστερνιστούμε κιόλας.

Ξεκίνησε με τους κακούς πρόσφυγες που έχουν έρθει εδώ για να μας σκοτώσουν και να μας πάρουν τις δουλειές, μετά πήρε η μπάλα τους μαύρους, οι οποίοι δεν είναι ίσοι με εμάς και μετά συνεχίστηκε ο παραλογισμός με τους gay, όπου κατά την γνώμη του, αν το παιδί του ήταν gay θα το σκότωνε. Εννοείται ότι δεν είναι γονιός, γιατί αν ήταν δεν θα τις έλεγε αυτές τις μαλακίες.

Όταν εμείς οι κακομοίρες (εγώ και η Φωφώ) προσπαθήσαμε να υπερασπιστούμε τα ανθρωπιστικά μας αισθήματα, φυσικά βρήκαμε τοίχο. Μας ρωτούσε συνέχεια: "Εσένα θα σου άρεσε το παιδί σου να είναι gay;", "Τους θες τους πρόσφυγες;". Η μόνη απάντηση που μπόρεσα να σκεφτώ, ήταν: "Ο κόσμος δεν θα κινείται σύμφωνα με το τι αρέσει σε εμένα ή τι θέλω εγώ. Δεν θέλω τους ηλίθιους. Αυτό τι σημαίνει; Ότι πρέπει να εξαφανιστούν;". Πήγα να τα βάλω με τον φασισμό. Αυτό ακριβώς δεν είναι ως ιδεολογία; Να εξαφανιστεί οτιδήποτε με το οποίο δεν συμφωνούν ή τους προσβάλει την αισθητική.

Μου είχε σηκωθεί η τρίχα. Είχα βγει από τα ρούχα μου. Είχα αρχίσει να προσπαθώ να πείσω τον εαυτό μου ότι αυτό συμβαίνει σε κάποια άλλη και κοιτώντας προς τον ουρανό, έλεγα "Καλοί μου εξωγήινοι αν έχετε σκοπό να με απαγάγετε τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή". Δεν ήξερα που να πάω να κρυφτώ.

Μετά από λίγο φύγαμε με συνοπτικές διαδικασίες. Δεν ήθελα ούτε να τον βλέπω. Ήθελα να διακτινιστώ στο σπίτι μου και αυτός στη χώρα του ποτέ. Αφού με πήγε σπίτι, ήθελε και να μπει μέσα. Ήθελε και να πηδήξει μετά από όλα αυτά.

Η ιστορία δεν τελειώνει εδώ. Η πολιορκία συνεχίστηκε. Προσπαθούσα να τον αποφύγω μέχρι που κάποια στιγμή του το είπα ευθέως: "Δεν σε θέλω". Ούτε αυτό τον πτόησε. Συνέχισε να με ενοχλεί, μέχρι που άρχισε να γίνεται πρόστυχος, ενώ δεν του είχα δώσει κανένα δικαίωμα.

Τον μπλόκαρα από παντού και συνέχιζε να βρίσκει τρόπους να επικοινωνεί μαζί μου. Χρησιμοποιούσε εκφράσεις τύπου "Μ'αρέσει αυτό που θέλω να το υποτάσσω" ή "Υπάκουσέ με σε αυτό". Είχα αρχίσει να φοβάμαι. Για να σταματήσει έφτασα στο σημείο να τον απειλήσω ότι θα πάω στην αστυνομία. Ευτυχώς σταμάτησε ή τουλάχιστον έτσι έδειξε μέχρι τώρα.

Και τώρα που το σκέφτομαι με πιάνει σφίξιμο. Δεν είχα ποτέ ξανά αντιμετωπίσει καμία μορφή φασισμού. Γιατί αυτό δεν ήταν μια απλή επιμονή από έναν άντρα που γουστάρει μια γυναίκα. Ήταν εμμονή, στα πλαίσια της φασιστικής του ιδεολογίας. Διότι σου λέει: "Δεν μπορεί να μην με θες. Με θες και δεν το ξέρεις". Και το τραγικότερο όλων ήταν ότι το πίστευε κιόλας...

© 2016 Μπελίδου Νόνα, Θεσσαλονίκη
Υλοποιήθηκε από τη Webnode
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε